(Στη φωτογραφία: Ο Τζον Μίουιρ, ένας από τους πρώτους αμερικανούς “οικολόγους”)

Ο σημερινός οικολόγος, ο αρνητής της σαρωτικής ανάπτυξής μας, ο

Του Αντώνη Καπετάνιου

σκεπτικιστής της τεχνολογικής μας κενοζωής, αποτελεί θα υποστηρίζαμε τον «συντηρητικό» του καιρού μας σύμφωνα με τα πρότυπα του παρελθόντος, όχι όμως και κατά τα σημερινά, αφού σήμερα τού προσδίδεται ένας ακραίος προοδευτισμός, ο οποίος προκύπτει από τον τρόπο του να βλέπει αξιακά τη ζωή κι όχι εκμεταλλευτικά. Για να μπορέσεις όμως να διαχωριστείς από τη μάζα της σκέψης και να σκεφτείς ηθικά για τη ζωή στη γη, πρέπει να εννοήσεις το γύρω σου και να το εκτιμήσεις σύμφωνα με τις αξίες του και τις άυλες προσφορές του. Τότε θα μπορέσεις να πράξεις θετικά και να λειτουργήσεις σε μιαν απαραίτητη και ισόρροπη υλική βάση, η οποία σαφώς και δεν απορρίπτεται, αφού την επιστήμη, την καινοτομία, την τεχνολογία κ.λπ. τις έχει ανάγκη ο άνθρωπος για να εξελίσσεται και να προχωρά, χωρίς όμως ν’ απειλεί τον κόσμο του με κατάρρευση. Με τον τρόπο σου που λειτουργείς, δηλαδή με τον τρόπο που χρησιμοποιείς τα εργαλεία της εξέλιξής σου, αποδείχνεσαι λειτουργικά στο περιβάλλον σου, χωρίς να το θίγεις.

Αυτό ναι, είναι προοδευτισμός, είναι πνεύμα ανοικτό στη ζωή, στην κάθε ζωή ̇ το άλλο όμως δεν είναι, δηλαδή η τυφλή τεχνοκρατία της ανάπτυξης. Κι όμως, η αποκήρυξη τούτης της θεώρησης του κόσμου από τους σημερινούς τεχνοκράτες δηλοί μιαν αντιμετώπιση του οικολόγου ως παρία της ζωής, δηλαδή ως άνθρωπο με χαμηλό κοινωνικοπολιτικό κύρος, αφού οι «συντηρητικές του ιδέες», ή αλλιώς οι οπισθοδρομικές, οι ενάντιες στην ανάπτυξη, αυτές του «ακραίου προοδευτισμού του», τον προσδιορίζουν ως έχοντα επιφυλακτική έως αρνητική στάση απέναντι στην πρόοδο ή σε κάθε νεωτερισμό.

Όμως δέστε τι συμβαίνει: επειδή δεν είναι δυνατό ο χαρακτηρισμός του συντηρητικού για τον οικολόγο να γίνει αποδεκτός από το ίδιο το κοινωνικοοικονομικό σύστημα που πρεσβεύει την ανάπτυξη, καθότι την ιδιότητα αυτή αφενός την αυτοθεωρεί ο τεχνοκράτης, αφέτερου είναι αδιανόητο ν’ αποδίδεται ο χαρακτηρισμός του συντηρητικού στον οικολόγο, ο οποίος υποστηρίζει μιαν αντίληψη ζωής διαφορετική της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων, επαναστατική θα τη λέγαμε –μιαν αντίληψη ζωής που αντιτίθεται στο ισχύον πολιτικοοικονομικό σύστημα–, προσδόθηκε σε αυτόν ο χαρακτηρισμός του ακτιβιστή [Ακτιβισμός (πολιτ.): ο χαρακτηρισμός κάθε συμπεριφοράς που δίνει υπέρμετρη σημασία στη δράση, φτάνοντας στα όρια της ακρότητας, ενώ μειώνει τη σημασία της θεωρητικής θεμελίωσης κάθε δραστηριότητας («Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών ‐ Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1998)].

Με αυτόν τον χαρακτηρισμό εντάσσεται ο οικολόγος σε μιαν άλλη σφαίρα αντιμετώπισης, αποτελώντας την αρνητική εξαίρεση στον κανόνα της ζωής. Μάλιστα, ως προς τα νοήματά του ο χαρακτηρισμός αυτός ιδιαιτεροποιεί το πρόσωπο που το χαρακτηρίζει από κείνον του αριστερού, στο βαθμό που η αριστερά χρησιμοποιεί τις ιδέες της οικολογίας ως ιδεολογικό διακύβευμα και πεδίο της πολιτικής αναζήτησης, αφού ο οικολόγος κάνει τις ιδέες της οικολογίας πολιτική του πράξη και τις ενσωματώνει στο λειτουργικό του γίγνεσθαι.

Ο συντηρητισμός ως φιλοσοφική στάση, και με βάση τους σημαντικότερους εκφραστές του, όπως ήταν για παράδειγμα ο Έντμουντ Μπερκ (Edmund Burke, 1729‐1797), συνδέεται με ρομαντικές και μη ντετερμινιστικές αντιλήψεις για την κοινωνία και την πολιτική. Δεν αντιτίθεται κατ ́ ανάγκη στις αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης και στους θεσμούς, αλλά πάντως υπερασπίζεται τη σταδιακή και ομαλή αλλαγή. Σέβεται τις πολιτικές συνήθειες, τα πολιτικά ήθη, και την παράδοση ως συσσωρευμένη γνώση και «σύνεση» περισσότερων γενεών. Δέχεται ότι οι κοινωνικές σχέσεις δεν είναι αιτιακές και προβλέψιμες και ότι η «πολιτική σοφία» είναι στην πραγματικότητα συλλογική και όχι «απόρροια του στοχασμού ενός καθήμενου σε «κουνιστή πολυθρόνα φιλοσόφου» (κατά Α. Quinton στο «Political Philosophy», σελ. 357). Σε αυτή τη βάση σκέψης, ο συντηρητισμός υποστηρίζει τη διατήρηση του υφιστάμενου κοινωνικού και πολιτικού κατεστημένου (π.χ. θεσμούς, αξίες κλπ.), ως λειτουργικού και αποτελεσματικού, όσο αυτό είναι δυνατό.

Κι επειδή, με βάση τα παραπάνω, δε θα ήταν δυνατό ο οικολόγος νάναι ο συντηρητικός του καιρού μας, καθώς η σκέψη του και η πράξη του, όπως προείπαμε, είναι επαναστατική και ασύμβατη/ασυμβίβαστη με την, επιβαλλόμενη από το «αόρατο» οικονομικοκεντρικό πολιτικό σύστημα, τάξη των πραγμάτων, αυτός ετεροπροσδιορίζεται από την ίδια την καθεστηκυία τάξη, χαρακτηριζόμενος ως ακτιβιστής ̇ άλλοι δε χαρακτηρισμοί, παλαιότεροι κατά βάσιν, είναι νατουραλιστής, φυσιοκράτης, ιδεοκράτης κ.ά. Το σύστημα έτσι, στ’ οποίο αντιτίθεται, του προσδίδει με τον χαρακτηρισμό του αυτόν μιαν ιδιότητα ακραίας συμπεριφοράς, που εκ των πραγμάτων τον περιθωριοποιεί.
Διευκρινίζουμε εν προκειμένω ότι λέγοντας «οικολόγος» δεν εννοούμε κατ’ ανάγκη τον επιστήμονα‐οικολόγο, αλλά κατά βάσιν τον κάθε εν συνειδήσει πολίτη-οικολόγο, τον έντρυφο και πονητή της ιδέας της φύσης και της πράξης εν αυτής.

Συνεπώς οι όροι και χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιούμε οι άνθρωποι για να μας αποδώσουν και ως ένα βαθμό να μας καθορίσουν, είναι σχετικοί ή και στοχευμένοι, και τούτο συμβαίνει διότι η ίδια η ζωή παρωθεί ή και ανατρέπει τις σχέσεις των πραγμάτων και δημιουργεί συσχετισμούς που μπορεί να φαίνονται αφύσικοι στην ανθρώπινη δογματική, είναι όμως δυνατοί στο επίπεδο της πραγματικής ζωής –ένας τέτοιος εξόφθαλμος συσχετισμός θα ήταν η κατ’ ουσίαν απόδοση συντηρητικής φύσης στον οικολόγο, που όμως, και σύμφωνα με την ανάλυση που προηγήθηκε, ανατρέπεται από την απόδοση ακραίου προοδευτισμού στη σκέψη του και στην πράξη του.

Ε ναι λοιπόν, ο οικολόγος, αυτός ο ακτιβιστής, ο απροσάρμοστος και αντιδραστικός στο πνεύμα της ανάπτυξης, η οποία κυριάρχησε ως οικονομικό κι εντέλει ιδεολογικό πρόταγμα στη ζωή των ανθρώπων, είναι ο «συντηρητικός» του καιρού μας, αφού δεν επιθυμεί την εξέλιξη κατά το δόγμα της ανάπτυξης, όπως κατά σύστημα επιβάλλεται, αλλά επιθυμεί την προστασία της φύσης και τη διατήρηση μιας βασικής φυσικής ισορροπίας στον κόσμο μας! Δεν απορρίπτει την επιστήμη και την τεχνολογική πρόοδο, αρνείται όμως την εις βάρος της φύσης λειτουργία του ανθρώπου. Το να «κρατάς» κάτι που θεωρείς σημαντικό για τη ζωή, όπως είναι η φύση, το να «συντηρείς» στα πλαίσια της φυσικής λειτουργίας του τον κόσμο μας, είναι θα υποστηρίζαμε ένας «ιδιόρρυθμος συντηρητισμός», που λόγω της φύσης του δε χωρεί στη συντηρητική φύση της ιδέας, όπως η πολιτική των καιρών την απέδωσε, και γι’ αυτό βρίσκει νόημα στα εδάφη ενός «κατακριτέου» προοδευτισμού ̇ ενός «ακραίου προοδευτισμού» όπως από το σύστημα χαρακτηρίζεται, ενός προοδευτισμού της ιδέας της φύσης.

Έτσι, ο «ακραίος» αυτός άνθρωπος της ζωής, ο οικολόγος, αποτελεί τον οραματιστή και πνοό του καιρού μας, και άρα τον προοδευτικό της ζωής μας, αφού μπορεί και κοιτά το μέλλον με βάση τις αξίες της ζωής, όταν οι άλλοι δεν το βλέπουν, ή το βλέπουν με βάση το χρήμα και τον οικονομικό άνθρωπο, και να προσπαθεί για τη διάσωσή του –τούτο εντέλει, αν το θέλετε, είναι προοδευτισμός!

Κι όμως, παρότι τέτοιος καθώς είναι, που έπρεπε ν’ αποτελεί παράδειγμα ζωής, θεωρείται απορριπτόμενος ως ακτιβιστής, έτσι απαξιωτικά χαρακτηριζόμενος από τους αναπτυξιολόγους, τους τεχνοκράτες και τους πολιτικούς κήνσορες, δηλαδή από τους (νεο)συντηρητικούς του καιρού μας. Είναι αυτοί που συντηρούν και υποστηρίζουν το παρόν σύστημα, τ’ οποίο προσδιορίζεται/καθορίζεται από το δόγμα της ανάπτυξης. Ο οικολόγος γι’ αυτούς, κάθε άλλο παρά προοδευτικός είναι, αφού για τις δικές τους αξίες της ζωής είναι ένας ιδεοκράτης και βαθιά συντηρητικός ως προς την ιδέα της ανάπτυξης.

Μην μπλέκουμε όμως με όρους και χαρακτηρισμούς που σκοπίμως μπερδεύουν και αποπροσανατολίζουν. Δεν έχει καμιά ιδεολογική σχέση ο οικολόγος με τον συντηρητικό του παρελθόντος. Θα ήταν μάλιστα ορθό να υποστηρίζαμε ότι ο συντηρητισμός ως προς τις αρχές του δεν έχει μεταβληθεί, παρά μόνον άλλαξε ως προς τους προσανατολισμούς του. Υπό αυτή την έννοια, θα ήταν συμβατή η εννόηση του σημερινού συντηρητικού ως πολιτικού επιγόνου εκείνου του παρελθόντος. Όμως όλα αυτά έχουν ιδεολογικά μετατοπιστεί από τη στιγμή που μεσολάβησε η οικονομία στην ιδεολογία και άλλαξε τα δεδομένα. Και τούτο διότι με βάση την οικονομία πλέον διαμορφώνονται οι πολιτικές και σύμφωνα με αυτήν λειτουργούν οι κοινωνίες. Οι πολιτικές αντίστοιχα έχουν προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της οικονομίας. Το περιβάλλον ως αξία εξαρτάται από την οικονομία της κοινωνίας, και υπό αυτή την έννοια έπεται ως προτεραιότητα, προσαρμοζόμενο στις ανάγκες και τους κανόνες της.

Η σημασία είναι μία ̇ η εξής: Είναι ο σημερινός άνθρωπος έτοιμος να υποστηρίξει τη γη σύμφωνα με τις αξίες της; Έχει τη συγκρότηση για να ιδεί το μέλλον του σύμφωνα με το παρόν του; Αν απαντήσουμε θετικά σε αυτές τις ερωτήσεις, τότε θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε απόψεις/σκέψεις για τη γη και τη φύση σύμφωνα με το νόημά τους, και να χαρακτηριστούμε κι εμείς, άτυπα βεβαίως, διότι φαίνεται να ενοχλεί αυτός ο χαρακτηρισμός, ως οικολόγοι. Αν δυστυχώς όχι, τότε ας αφεθούμε στη «δυστυχία» της ανάπτυξής μας, με την αποστασιοποίησή μας από τη γη, καταδικαζόμενοι ως προς το μέλλον μας ως ανθρωπότη, θεωρώντας ως αναχρονιστικά παραδοσιακούς τους οικολόγους, και ως ακτιβιστές στη ζωή μας, που έχουν μεν ρόλο συμπαθητικό, πλην όμως ενοχλητικό!.. –είναι μολοντούτο στο ρόλο τους αυτό χρήσιμοι, ως αντίβαρο στη τελματώδη λειτουργία της ανάπτυξης!

(από το βιβλίο μου “Οικολογική Σκέψη. Από τους πρωτοπόρους της Οικολογίας στον Εαυτό-Οικολόγο”, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2020,https://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=56147

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.