(…) Η επαφή με τη φύση είναι που μεταμορφώνει τον άνθρωπο σύμφωνα με τον Χένρι Ντέιβιντ Θορώ (Henry David Thoreau). Είναι μια διαδικασία πνευματικής μετεξέλιξης του ανθρώπου, ο οποίος αναθεωρείται στη φύση, κοιτάμενος εσωτερικά. Η εσωτερική του φύση, που στον κυρίαρχο άνθρωπο συγκρούεται με την εξωτερική φύση, στη λογική του Θορώ έχει σχέση αρμονική, αφού ο άνθρωπος επιδιώκει με την επαφή να ζει εν ισορροπία στο φυσικό όλον. Η καλλιέργεια του ανθρώπου είναι ουσιαστική και ολοκληρωτική. Είναι η πανανθρώπινη εν τη φύσει καλλιέργεια, η ανάδειξη του ανθρώπου στη γυμνότητά του, στη φυσικότητά του, χωρίς την επικάλυψη και το προσωπείο του υλικού πολιτισμού, που τον αλλοτριώνει και τον αποσπά από τις πηγές του, από τα φυσικά του θέμελα. Υπό αυτή την έννοια δεν έχει τον ανθρώπινο εγωισμό του αναχωρητή, ο οποίος επιδιώκει το ζην στη φύση ως επιλογή διότι τον ευχαριστεί το μονήρες κι απόκοσμο προκειμένου να πληρωθεί εσωτερικά, αλλά έχει τη ζωτική εν τη φύσει πνοή του ανθρώπου που εννοεί τη φύση ως πανανθρώπινη αξία, καθότι ο ίδιος θεωρείται φύση.
Η ουσιαστική επαφή με τη φύση είναι ανάγκη ζωής κι όχι λύση ζωής. Επιδιώκεται η ισόρροπη καλλιέργεια κι όχι την υπερκαλλιέργεια ή η άγονη ζωή. Τα παρακάτω λόγια του Θορώ το αποδείχνουν αυτό: «Δε θα ήθελα κάθε κομμάτι του ανθρώπου να είναι καλλιεργημένο, όπως δε θα ήθελα να είναι και το κάθε στρέμμα γης». Λέγει δε για τους γαιοκτήμονες, δείχνοντας το ανώφελο της κατοχής της γης, η οποία πρέπει να χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο στα πλαίσια της λειτουργίας της κι όχι της ιδιοκτησίας της: «Ποιος τους έκανε σκλάβους της γης; (τους γαιοκτήμονες). Γιατί θα πρέπει να ταλαιπωρούνται καθημερινά με τα διακόσια στρέμματά τους, αφού στο τέλος αυτό που αναλογεί στον καθένα μας δεν είναι παρά το κομματάκι γης στο οποίο θα τον θάψουν;». Θέλει έτσι τη φύση να μην κατέχεται, νάναι ασύνορη, νάναι ελεύθερη ̇ θέλει «μόνον άφρακτη Φύση».
Γένεται έτσι ο άνθρωπος φύση, νοούμενος σαν ένα με αυτήν, αφού λογίζει τη φυσικότητα ως το γεγονός της σχέσης του με τη φύση, κατά τρόπο που συνίσταται ως εν τη φύσει δημιουργός, και άρα δέκτης και δότης ενέργειας στα πλαίσια λειτουργίας σχέσεων ̇ φυσικών και κοινωνικών. Η υπερβατικότητά του ως προς τη θεώρηση της φύσης, στην οποία αποδίδεται ζωογόνο πνεύμα, δείχνεται στα λόγια τούτα του Θορώ: «Η γη που πάνω της περπατώ δεν είναι νεκρή, αδρανής μάζα, είναι ένα σώμα, έχει πνεύμα, είναι οργανική, ευμετάβλητη υπό την επίδραση του πνεύματός της».
Λέγει ο Θορώ για την αποστασιοποίηση του ανθρώπου από τη φύσει λειτουργία του, δηλαδή την κοινωνικότητα, που αποτελεί αρμοστή και δέουσα δραστηριότητα στη φύση, για νάναι η λειτουργία της ισόρροπη ως ολότητα: «Η αλήθεια είναι πως στον εργαζόμενο δεν απομένει καθόλου χρόνος για κοινωνική αξιοπρέπεια. Δεν έχει την πολυτέλεια να διατηρεί ούτε τις απολύτως απαραίτητες σχέσεις με τους συνανθρώπους τους, από φόβο μήπως ο χρόνος που θα χάσει γίνει αιτία να υποτιμηθεί η εργασία του στην αγορά. Δεν του μένει καιρός για να είναι τίποτα παραπάνω από μια μηχανή. Όπως τ’ άνθη των οπωροφόρων, έτσι και τα εκλεκτότερα από τα χαρίσματα της ανθρώπινης φύσης μας δεν αντέχουν παρά μόνο στο πιο απαλό άγγιγμα. Κι όμως, ούτε στους εαυτούς μας, ούτε στους συνανθρώπους μας φερόμαστε με την τρυφερότητα που πρέπει».
Η αντίληψη του ποιείν, κατά τον Θορώ είναι το φύσει λειτουργείν στο πεδίο της αίσθησης και της πράξης. Το καλό στη φύση είναι το ποιείν εν αυτής και το φυσικό εστίν. Είναι χαρακτηριστικά ως προς τούτο τα λόγια του: «Δεν αγαπώ το άγριο λιγότερο από το καλό». Ήταν ποιητής στον τρόπο που προσλάμβανε τη φύση, διά των αισθήσεων, και μαζί φυσιοδίφης, δηλαδή μελετητής της φύσης, για τον τρόπο που την προσλάμβανε διά της παρατήρησης και της έρευνας – για την ακρίβεια, ξεκίνησε ως ποιητής και μέσα από τη συνεχή παρατήρηση και την ενάσκησή του στο φυσικό πεδίο γίνηκε μαζί και μελετητής του γύρω. Η σύμπραξη των δύο ιδιοτήτων, του ποιητή και του μελετητή/επιστήμονα, τον μετέτρεπε σε φιλόσοφο της ζωής, καθώς η προσπάθειά του να κατανοήσει τη φύση με όρους ζωής, κι όχι συστήματος στα πλαίσια ενός λειτουργισμού, τον ωθούσε στην εσωτερική του έρευνα και καλλιέργεια. Ήταν μια διεργασία που επέρχονταν αβίαστα κατά το νοιώθειν και πράττειν στη φύση.
Ήθελε τη φύση λεύτερη, ανεπηρέαστη από τις συνθήκες και χωρίς δεσμεύσεις. Ως τέτοια θα ήτο δυνατή ν’ αποδοθεί με την έκφραση της ποίησης, αφού η ποίηση μπορούσε ν’ εκφράσει τη βαθύτητα της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό γενόμενο. Διερωτώνταν ως προς τούτο, για την αξία κείνης της επιστήμης που ναι μεν πλουτίζει τη γνώση και καλλιεργεί την αντίληψη, όμως ληστεύει τη φαντασία. Και απαντούσε για τη σημασία της γνώσης, ότι τότε είναι ουσιαστική όταν δεν παγώνει τα αισθήματα.
Ο Θορώ ήταν από τους πρώτους Αμερικανούς που αντιλήφθηκε ότι το δόγμα περί «ανεξάντλητης αμερικάνικης φύσης», στ’ οποίο στηρίχτηκε το τότε αμερικάνικο πολιτικοοικονομικό κατεστημένο για να υπερεκμεταλλευτεί τους παρθένους φυσικούς πόρους της Νέας Γης και να υποστηρίξει έτσι το «αμερικάνικο οικονομικό θαύμα», δεν ήταν παρά ένας μύθος. Ο ίδιος, βλέποντας την ταχύτατη συρρίκνωση των δασών της Νέας Αγγλίας, ανέκραξε με απόγνωση: «Δόξα τω θεώ, ο άνθρωπος δε μπορεί ακόμα να πετάξει στο φεγγάρι και να ερημώσει και τον ουρανό, όπως τη γη!» Η φύση που για τον τότε Αμερικανό ήταν πηγή οικονομικού πλούτου, για τον Θορώ ήταν πηγή φυσικού πλούτου ̇ που χάνοντάς τον γινόμαστε φτωχότεροι ηθικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, ψυχικά.
Σημείωση:
Ο Χένρι Ντέιβιντ Θόρω (Henry David Thoreau, 12 Ιουλίου 1817 − 6 Μαΐου 1862) ήταν Αμερικανός, φιλόσοφος, φυσιοδίφης, συγγραφέας και ποιητής, μα προπαντός ήταν Οικολόγος.
Φοίτησε στην Ακαδημία Κόνκορντ και στη συνέχεια σπούδασε Φυσική Ιστορία, Μαθηματικά και Κλασική Φιλολογία, στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, όπου είχε καθηγητή τον Ραλφ Γουόλντο Έμερσον, στο σπίτι του οποίου έμεινε από το 1841 έως το 1843. Επηρεάστηκε από τον καθηγητή του και προσχώρησε στον υπερβατικό ιδεαλισμό. Ήταν όμως τελείως αντίθετος με τους Γερμανούς ιδρυτές του υπερβατισμού, ενώ διαφώνησε και με τον Έμερσον, θεμελιώνοντας τη δική του φιλοσοφία σε θεωρία και πράξη.
Υπήρξε ένας από τους πιο πρωτότυπους Αμερικανούς συγγραφείς και ποιητές της εποχής του. Τα πιο πολλά έργα του
είναι επικεντρωμένα στον τρόπο ζωής των κατοίκων, καθώς και στη φύση της Αμερικής. Ήταν άνθρωπος θαρραλέος, εγωκεντρικός και εκκεντρικός. Εξαιτίας του χαρακτήρα του δεν τον διόρισαν δάσκαλο και αναγκάστηκε να ασχοληθεί με πολλά επαγγέλματα για να ζήσει. Αντίθετα από τους Αμερικανούς συγγραφείς της εποχής του, δεν ταξίδεψε στην Ευρώπη, αλλά γύρισε όλη την Αμερική.
Συνολικά, τα γραπτά του Θόρω γεμίζουν περίπου 20 τόμους. Στο πεδίο της φυσικής ιστορίας, προφήτευσε τις μεθόδους και τα ευρήματα της οικολογίας. Ενδιαφερόταν επίσης για την επιβίωση σε εχθρικό περιβάλλον, για τη φυσική φθορά, ενώ ταυτόχρονα υποστήριζε την εγκατάλειψη της σπατάλης και των αυταπατών προκειμένου να ανακαλύψουμε τις αληθινές και ουσιώδεις ανάγκες της ζωής.
Σε όλη τη ζωή του υποστήριξε την κατάργηση της δουλείας, δίνοντας διαλέξεις σχετικά. Χαρακτηρίστηκε ωςαναρχικός για τον τρόπο της ζωής του, αλλά κυρίως για το δοκίμιό του «Πολιτική ανυπακοή», παρότι σε αυτό καλεί για τη βελτίωση και όχι για την κατάργηση του κράτους. Θεωρείται «πατέρας των περιβαλλοντικών κινημάτων». Ήταν φύση ανήσυχη και επαναστατική. Ασχολήθηκε με την πολιτική και στις 14 Αυγούστου 1846, στη διάρκεια της διαμονής του στο Γουόλντεν, φυλακίστηκε για μια νύχτα καθώς, για ιδεολογικούς λόγους, αρνήθηκε να πληρώσει φόρους στη δημοτική αρχή. Ο πρώτος λόγος αφορούσε την έμπρακτη αντίθεσή του στην πολιτική της δουλείας, και ο δεύτερος στην άρνησή του να συμμετάσχει στον πόλεμο που είχε κηρύξει η Αμερική στο Μεξικό, γιατί, όπως υποστήριζε, τα χρήματα από τους φόρους θα κατέληγαν να ενισχύσουν το μέτωπο. Όταν τον επισκέφθηκε ο Έμερσον στον κρατητήριο, και τον ρώτησε: «Χένρυ, γιατί είσαι εδώ;», του απάντησε «Γουόλντο, γιατί εσύ δεν είσαι εδώ;».
Έζησε μια ζωή γεμάτη θλιβερές αποτυχίες. Οι άνθρωποι γύρω του τον έβλεπαν με μια οικειότητα που πλησίαζε την περιφρόνηση. Κατά την διάρκεια όλης της ζωής του όμως, κράτησε στάση προκλητικής ανεξαρτησίας απέναντι στο περιβάλλον του. Πάντα ήθελε να ζήσει τη ζωή ενός ποιητή, αλλά αναγκαζόταν να ζήσει πολλές φορές τη ζωή ενός εργάτη. Με αρκετό χιούμορ κρίνει τον καθωσπρεπισμό και την επιφανειακή στάση της εποχής του: «Ντύστε ένα σκιάχτρο με το καινούργιο σας κοστούμι και σταθείτε με το παλιό σας πλάι του. Ποιος είναι εκείνος που δεν θα προτιμήσει να χαιρετήσει το σκιάχτρο;».
Κατηγορούσε τη μόδα και κάθε μιμητισμό: «Αν μια μαϊμού στο Παρίσι φορέσει κάτι, γίνεται αμέσως μόδα στην Αμερική». Μελετητής του Κομφούκιου, πολλές φορές δέχεται το πνεύμα του, καθώς και το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων. Στην τελευταία περίοδο της ζωής του έχασε το μεγαλύτερο μέρος της ακτινοβολίας του, νικημένος από τη φθορά της καθημερινότητας. Βαθμιαία ο υπερβατισμός του «εξατμίστηκε». Έγινε ένας άνθρωπος περισσότερο της δράσης και φλογερός οπαδός της κατάργησης της δουλείας.
(από το βιβλίο μου “Οικολογική Σκέψη. Από τους πρωτοπόρους της Οικολογίας στον Εαυτό-Οικολόγο”, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2020,https://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=56147
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.