Πώς η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης εισήλθε στη λογική λειτουργίας των κοινωνιών, μετασχηματίζοντάς τες κυριολεκτικά κι οδηγώντας τες από τον ζωτικό και κοινωνικό τρόπο λειτουργίας τους στον κανονιστικό και συστημικό ̇ κι εντέλει στον αντικοινωνικό κι αποδομητικό; Θα το εξηγήσουμε με την παραβολή του Βέλγου οικονομολόγου καθηγητή και μηχανικού Bernard Lietaer με τον τίτλο «The eleventh round», δανεισμένη από το βιβλίο του «The future of money» (Lietaer B., «The Future of Money: Creating New Wealth, Work and a Wiser World», Arrow Books Ltd, 2001).
Στην παραβολή αυτή ο Lietaer αναφέρεται σ’ ένα μικρό χωριό της Αυστραλίας έντεκα οικογενειών, που οι κάτοικοί του ζούσαν στη βάση του κοινοτισμού, κι απολάμβαναν διά της ανταλλακτικής οικονομίας ένα ισότιμο επίπεδο ζωής, στα πλαίσια της κοινωνίας των κοινών, που στηρίζονταν στην αυτάρκεια. Έφτασε όμως στο χωριό τους ένας εξευγενισμένος αστός, ο οποίος, βλέποντας τους χωρικούς ν’ ανταλλάσσουν αγαθά, π.χ. κοτόπουλα με πατάτες, θεώρησε πολύ πρωτόγονο και βαθιά οπισθοδρομικό να συναλλάσσεσαι με αυτό τον τρόπο για να ζεις! Τότε συγκέντρωσε τους χωρικούς κι αφού μοίρασε ανά οικογένεια από δέκα μικρά κομμάτια επεξεργασμένου δέρματος μοσχαριού, τους πρότεινε στο εξής να πραγματεύονται τη διακίνηση των αγαθών τους με τα κομμάτια του δέρματος, που θα χρησιμοποιούνταν εν είδει χρήματος, κι όχι να κάμνουν συναλλαγές απευθείας με τ’ αγαθά αυτά. Τους έθεσε όμως τον εξής όρο: σ’ ένα χρόνο που θα επανέρχονταν θα έπρεπε οι οικογένειες να κατέχουν έντεκα κομμάτια δέρματος αντί για δέκα, που αυτό το επιπλέον κομμάτι θα ήταν το κέρδος τους κατά τις συναλλαγές που θα πραγματοποιούνταν, χωρίς μολοντούτο να έχουν διαμοιραστεί επιπρόσθετα κομμάτια δέρματος. Στην απορία των χωρικών, πώς θα ήταν δυνατό να ισχύσει αυτό, απάντησε πως, εφόσον το 11ο κομμάτι ουδέποτε δημιουργήθηκε, θα έπρεπε λογικά μία οικογένεια να χάσει τα έντεκα κομμάτια που τις αναλογούσαν, για να μπορούν οι υπόλοιπες να κατέχουν έντεκα. Συνεπώς, δε θα ήταν δυνατό όλες οι οικογένειες να είχαν το όφελος του επιπλέον κομματιού δέρματος ως κέρδος ̇ κάποια από αυτές θα είχε απωλέσει τα πάντα. Ποια θα ήταν αυτή; Κείνη που θάχε καταστραφεί η σοδειά της από ένα απρόβλεπτο γεγονός, κείνη που θα υπόκειτο σε μιαν ατυχία (αντιμετωπίζοντας, π.χ., θέμα υγείας) και δε θα μπορούσε ν’ αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της –και τούτο διότι, όλες οι οικογένειες είχαν ίδια συμμετοχή στην παραγωγή και ισότιμη εργατικότητα, όπως η προηγούμενη κατάσταση έδειξε, και συνεπώς, το γεγονός ότι θα υπολείπονταν κάποια από αυτές μετέπειτα σε «επιδόσεις», δε θα οφείλονταν σε υπολειτουργικότητά της, αλλά σε αστοχίες, που θα την «καταδίκαζαν» σε φτώχεια.
Το σύστημα μετά τούτων του αστού ωθούσε τους χωρικούς σ’ έναν «κανιβαλισμό» των σχέσεών τους, σε ανισότιμη θεώρησή τους, σε κοινωνική απομάκρυνσή τους κι αποθηρίωσή τους, σε αποθάρρυνση της συνεργατικότητάς τους, λειτουργώντας έξω από το πλαίσιο αρχών της κοινότητας (που ως κοινωνία των κοινών θα έσπευδαν να προστρέξουν στον χωρικό που έχασε τη σοδειά του), καθώς θα έπρεπε να παλέψουν για το ατομικό τους συμφέρον, που στρέφονταν κατά του συμφέροντος του άλλου, και συνεπώς κατά της ολότητας. Το παιχνίδι του χρήματος έτσι, επέφερε τον συστημικό υπόγειο ανταγωνισμό των χωρικών, εις βάρος της κοινότητας, οδηγώντας στην αποδόμησή της.
Συνοπτικά και γλαφυρά η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης στη λειτουργία των κοινωνιών αποδίδεται με την παραπάνω παραβολή του Lietaer. Η οποία παραβολή εξηγείται με το «δίλημμα του κρατούμενου», που είναι ένα παιχνίδι σκέψης και τακτικής ως προς τις ενέργειες του ανθρώπου στον τρόπο λειτουργίας του σε σχέση με τους γύρω κι απορρέει από τη γνωστή οικονομική θεωρία των παιγνίων, την οποία εισήγαγε στη βιολογία ο John Maynard Smith. Ας δούμε την εκδοχή του παιχνιδιού, σύμφωνα με το «δίλημμα του κρατούμενου».
Δύο ληστές, ο Α και ο Β , συλλαμβάνονται και κρατούνται για ανάκριση. Ο κάθε κρατούμενος έχει την επιλογή είτε να ομολογήσει είτε να μην ομολογήσει. Αν κανένας από τους δύο δεν ομολογήσει τότε λόγω έλλειψης στοιχείων θα τιμωρηθούν από 1 χρόνο ο καθένας. Αν και οι δύο ομολογήσουν τότε η τιμωρία τους θα είναι 5 χρόνια έκαστος. Εάν όμως ο ένας ομολογήσει (και εμπλέξει τον άλλο) και ο άλλος όχι, τότε αυτός που ομολόγησε θα αφεθεί ελεύθερος επειδή συνεργάστηκε με τις αρχές και ο άλλος θα τιμωρηθεί με 10 χρόνια φυλάκιση. Να τονίσουμε ότι η ανάκριση θα γίνει στον κάθε κρατούμενο ξεχωριστά κι έτσι ο ένας δεν μπορεί να γνωρίζει τι θα πει ο άλλος στην κατάθεσή του κι ούτε μπορούν να συνεννοηθούν για την στρατηγική τους. Ας υποθέσουμε πώς μπορεί να σκεφτεί ο κρατούμενος Α.
1η περίπτωση: Αν ο Β ομολογήσει τότε ο Α ή θα ομολογήσει και θα φυλακιστεί 5 χρόνια ή δε θα ομολογήσει και θα φυλακιστεί 10. Άρα καλύτερα να ομολογήσει.
2η περίπτωση: Αν ο Β δεν ομολογήσει, τότε ο Α ή θα ομολογήσει και θα αφεθεί ελεύθερος ή δεν θα ομολογήσει και θα φυλακιστεί 1 χρόνο. Άρα καλλίτερα να ομολογήσει.
Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν είναι καλύτερα να ομολογήσει!! Με την ίδια λογική πιθανότατα να σκεφτεί και ο Β, και έχοντας ομολογήσει και οι δύο, καταλαβαίνουμε πως καταλήγουν στη φυλακή για 5 χρόνια ο καθένας. Το παράδοξο είναι πως η επικράτηση αυτής της λογικής δε θα ήταν δυνατό να οδηγήσει τους δύο αυτούς κρατούμενους στο βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα!
Μεταφέροντας το παραπάνω παιχνίδι στο επίπεδο της κοινωνίας, ως ένα μοντέλο για την εξέλιξη της συνεργασίας, εξηγούμε την παραβολή του Lietaer για το δόγμα της ανάπτυξης ως εξής.
Λειτουργώντας οι άνθρωποι ατομικώς κι έξω από τις αρχές της κοινωνίας, πετυχαίνουν ενδεχομένως ατομικούς στόχους και κέρδη, αλλά αυτό συμβαίνει πιθανώς μ’ επίπτωση στους συνανθρώπους τους και σε βάρος της κοινωνίας. Όμως, όπου η συνεργασία μεταξύ ατόμων πράγματι αναπτύσσεται, ξεπερνώντας το δίλημμα του κρατουμένου, τότε με τη στρατηγική της ανταπόδοσης και την προσεκτική ανταλλαγή εξυπηρετήσεων, επιτρέπεται να χτιστεί εμπιστοσύνη πάνω σε μια σκαλωσιά ατομικών αμοιβών, στη βάση του συλλογικού συμφέροντος. Κοιτώντας ο άνθρωπος το όλον, τον συνάνθρωπο και το περιβάλλον του, οδηγείται νομοτελειακά στην ανάπτυξη συνεργασιών, αφού μέσω αυτών μπορεί να εκφραστεί εποικοδομητικά και να τον εκφράσει η ολότητα. Συνεπώς η ανάπτυξη που κοιτά την κοινωνία και το μέλλον της, στηριζόμενη στη συγκροτημένη λειτουργία και στην αγαστή συνεργασία των μελών της, από τα οποία δεν αναστέλλεται η ατομική λειτουργία, ούτε τούς αποστερείται αυτή στα πλαίσια πρωτοβουλιών κι ατομικών επιδιώξεων, είναι κείνη που στο τέλος θα καταστεί βιώσιμη και θετική για τη συνέχεια της ζωής στη γη.
Μένοντας στην παραβολή του Lietaer, θα επιχειρήσουμε την επιβεβαίωσή της διά του πειράματος Milgram. Με αυτό δεικνύεται η αντίδραση του ανθρώπου, και η εν γένει συμπεριφορά/νοοτροπία που καλλιεργείται, όταν κληθεί ν’ αποφασίσει λειτουργώντας υπό τη διλημματική λογική της τιμωρίας ή μη του άλλου ανθρώπου, όταν ο τελευταίος δεν ικανοποιεί κάποια standards του συστήματος που τίθενται ως απαιτήσεις για τη λειτουργία του. Ο άνθρωπος δε διστάζει να στραφεί τιμωρητικά κατά του συνανθρώπου του, σύμφωνα με ό,τι επιτάσσεται από τις επιταγές του συστήματος, υποβάλλοντάς τον στην ποινή της αποστέρησής του ακόμα και από το δικαίωμα του ζην, όταν διαπιστωθεί η αδυναμία του ν’ αντεπεξέλθει στις ανάγκες του συστήματος. Το τέρας θα λέγαμε ότι ξυπνά μέσα του θεωρώντας την επιτυχία του συστήματος σημαντικότερη αυτής της ανθρώπινης ζωής, την επιτυχία ή την καλλίτερη μοίρα τού ενός ως βασικότερη έναντι του συνόλου, εγκαταλείποντας έτσι τις αρχές του ανθρωπισμού, εγκαταλείποντας τον συνάνθρωπο και καταδυναστεύοντάς τον, οδηγώντας τον ακόμα και στο θάνατο, προκειμένου οι στόχοι του συστήματος με διακύβευμα το ατομικό κέρδος να ευωδοθούν –χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η αντιμετώπιση του ελληνικού λαού από την «πολιτισμένη» Ευρώπη κατά την περίοδο της λεγόμενης «οικονομικής κρίσης» του 2009‐2018, κατά την οποία η Ευρώπη, στ’ όνομα της ανάπτυξης και υπό το βάρος/απειλή χρεοκοπίας της χώρας, υπέβαλλε σε σκληρή λιτότητα το λαό, οδηγώντας τον σε ανείπωτη ένδεια και σε συλλογική μελαγχολία ή ακόμα και στο θάνατο, με τις αυτοκτονίες που υπήρξαν λόγω απώλειας περιουσιών, χρεοκοπιών ή οικονομικού αδιεξόδου. Κατά τον αυτό τρόπο ενήργησαν οι άνθρωποι της παραβολής εγκαταλείποντας τον συνάνθρωπο που αδυνατούσε, ίδια έπραξαν (και πράττουν) οι δυνάστες του κόσμου, εξαχρειώνοντας τον άνθρωπο και διαταράσσοντας την ισορροπία του συνόλου (παλαιότερα ήταν καθεστώτα που το έπρατταν αυτό, όπως οι Ναζί στη Γερμανία, σήμερα είναι οικονομικοί οι παγκόσμιοι δυνάστες).
Βεβαίως, το πείραμα Milgram αναφέρονταν κατά βάσιν στους Ναζί, και ειδικότερα στον τρόπο που αυτοί επιβλήθηκαν στα μυαλά των Γερμανών πολιτών, θέλοντας να δείξει την υπακοή στην εξουσία ως μέσο άσκησης ολοκληρωτικών πολιτικών κι ότι το έγκλημα δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της προσωπικότητας του ανθρώπου, όπως μέχρι τότε πιστεύονταν, αλλά περισσότερο αποτέλεσμα των πιεστικών συνθηκών. Αυτές οι συνθήκες οδηγούν τους ανθρώπους, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους, στο να υπακούσουν και να καταπιέσουν, να βασανίσουν και να πονέσουν, φτάνοντας μέχρι και να σκοτώσουν (ο θάνατος μπορεί να μην είναι άμεσος, αλλά αργός, σκληρωτικός, βασανιστικός). Τούτο το πράττουν στην περίπτωση που δέχονται εντολές, κατευθύνσεις, καθοδήγηση από κάποιον με κύρος, δικαιολογώντας έτσι την πράξη τους και νοιώθοντας εξαγνισμένοι. Αισθάνονται ότι δεν τους βαραίνει η ευθύνη για ό,τι συμβεί, αφού εκείνοι «απλά ακολουθούσαν τις εντολές, υποδείξεις και κατευθύνσεις από τους ινστρούχτορες του συστήματος ή λειτουργούσαν σύμφωνα με τις άνευ αμφισβήτησης επιταγές του». Στο πείραμα Milgram το κύρος είναι επιστημονικό, μπορεί όμως να είναι και πολιτικό, θρησκευτικό κ.λπ., κυρίως όμως –κάτι που ενδιαφέρει το σήμερα– οικονομικό, τ’ οποίο, αποδιδόμενο με την έννοια της ανάπτυξης στο παγκόσμιο σύστημα έκφρασής της, διαμορφώνει δυναμικές, νοοτροπίες, πολιτικές και πρακτικές που αντιστρατεύονται την ίδια την ιδέα του ανθρωπισμού. Η οικονομία ως εξουσία στα πλαίσια της ανάπτυξης διαμορφώνει σχέσεις που μεταμορφώνουν τον άνθρωπο μεταστοιχειώνοντάς τον ως προς την υπόστασή του, από κοινωνικό ον σε ατομικό εγωιστικό πλάσμα που εξυπηρετεί μηχανικά το σύστημα της ανάπτυξης.
Τι έκανε με το πείραμά του το 1961 ο εικοσιεπτάχρονος τότε επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Yale, Stanley Milgram; Πήρε εθελοντές φοιτητές, τους οποίους υπέβαλλε έναντι αμοιβής σ’ ένα ψυχολογικό πείραμα σχετικό με τη μνήμη. Χώριζε τους φοιτητές σε ζεύγη και –μετά από μια εικονική κλήρωση– ο ένας έπαιρνε το ρόλο του «μαθητευομένου» και ο άλλος του «δασκάλου». Ο έκπληκτος «μαθητευόμενος» δένονταν χειροπόδαρα σε μια ηλεκτρική καρέκλα και του περνούσαν ηλεκτρόδια σε όλο το σώμα. Έπειτα του έδιναν να μάθει δέκα ζεύγη λέξεων. Ο «δάσκαλος», από την άλλη, κάθονταν μπροστά σε μια κονσόλα ηλεκτρικής γεννήτριας. Μπροστά του ήταν δέκα κουμπιά με ενδείξεις: «15 βολτ, 30 βολτ, 50 βολτ κλπ.» Το τελευταίο κουμπί έγραφε: «450 βολτ. Προσοχή! Κίνδυνος!» Πίσω από τον «δάσκαλο» στεκόταν ο «πειραματιστής», ως υπεύθυνος του πειράματος. Ο «δάσκαλος» έλεγε την πρώτη λέξη από τα ζεύγη στον «μαθητευόμενο». Αν έκανε λάθος τότε ο «δάσκαλος» σήκωνε τον πρώτο μοχλό και υπόκειτο ο «μαθητευόμενος» σε ηλεκτροσόκ 15 βολτ. Σε κάθε λάθος σηκωνόταν ο επόμενος μοχλός. Ο «μαθητευόμενος» σε κάθε επόμενο ανασήκωμα του μοχλού υπέφερε περισσότερο και τούτο έκανε τον «δάσκαλο» να αισθάνεται ήδη καλά που δεν του έτυχε στην κλήρωση ο άλλος ρόλος. Φτάνοντας στα 200 βολτ ο «μαθητευόμενος» ταρακουνιόταν σύστολα. Ο πόνος ήταν πολύς. Ο «δάσκαλος» πριν από κάθε ηλεκτροσόκ γυρνούσε και κοιτούσε τον «πειραματιστή», ο οποίος τον διέταζε να συνεχίσει όλο και περισσότερο ανεβάζοντας τα βολτ. Ο «μαθητευόμενος» δεν ήταν πια δυνατό να σκεφτεί και ν’ απαντήσει στις ερωτήσεις, λόγω των αφόρητων πόνων. Ήταν παραδομένος. Στα 345 βολτ ο «μαθητευόμενος» τραντάζεται ολόκληρος και χάνει τις αισθήσεις του. Ο «δάσκαλος» διστάζει να συνεχίσει διότι ο «μαθητευόμενος» είναι λιπόθυμος, μα ο «πειραματιστής» τον διατάζει να το κάνει. Το πείραμα απαιτείται να ολοκληρωθεί, γι’ αυτό και ο «δάσκαλος» πρέπει ν’ ανασηκώσει και πάλι τον μοχλό, που όμως θα οδηγήσει τον μαθητευόμενο στο θάνατο, αφού θα διοχετεύσει τα καθοριστικά 450 βολτ!
Πόσοι από τους «δασκάλους» έφτασαν στην τελευταία παραπάνω κίνηση; Το πείραμα απέδειξε πως μόλις το 5% των «δασκάλων» αρνήθηκαν εξ’ αρχής να συμμετάσχουν σ’ ένα τέτοιο πείραμα κι αποχώρησαν. Το υπόλοιπο 95% προχώρησε πολύ το πείραμα, για πάνω από τα 150 βολτ. Και το 65% έφτασε μέχρι τον τελευταίο μοχλό, τα πιθανότατα θανατηφόρα 450 βολτ! Βρίσκουμε μήπως ομοιότητες με τις συμπεριφορές του κόσμου μας σήμερα εν σχέσει με τους κανόνες της ανάπτυξης που ακολουθούνται και στο πού φτάνουμε με τις επιπτώσεις της στην ανθρωπότητα; Σαφώς ναι!..
Η αλήθεια στο πείραμα Milgram ήταν ότι ο «μαθητευόμενος» δεν ήταν φοιτητής, αλλά ηθοποιός, που είχε προσληφθεί γι’ αυτόν ακριβώς το ρόλο. Δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε ηλεκτροσόκ. Ο ηθοποιός υποκρίνονταν. Το μοναδικό πειραματόζωο ήταν ο «δάσκαλος», και σε αυτόν εστιάζουμε ως έκφραση του σύγχρονου ανθρώπου ‐ οργάνου στο ακολουθούμενο σήμερα σύστημα της πυρετικής ανάπτυξης. Τ’ αποτελέσματα μολοντούτο ήταν αληθινά κι έχουν να κάνουν με τον τρόπο που ο άνθρωπος λειτουργεί υποβαλλόμενος από την εξουσία κι εκτελώντας σύμφωνα με τις εντολές της ̇ μεταφέροντας βεβαίως αυτή την κατάσταση κι αυτόν τον τρόπο λειτουργίας του ανθρώπου στο σύστημα της οικονομικής ανάπτυξης, όπως προηγουμένως το προσδιορίσαμε κι έχει να κάνει με την οικονομική εξουσία και τον τρόπο της να διαμορφώνει συνειδήσεις, αξίες και τρόπο ζωής.
(από το βιβλίο μου “ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ. Το κοσμοείδωλο της ανάπτυξης και το μέλλον της γης”, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2019,https://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=50820
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.