Είναι συχνά δύσκολο για τον Αγγλοσάξονα ταξιδευτή να καταλάβει πώς μια χώρα που μοιάζει ποτισμένη ως το μεδούλι από τη βυζαντινή παράδοση της ορθοδοξίας, παράδοση καταφανέστατη στις εκκλησίες και των μικρότερων χωριών ή στα μοναστήρια που στεφανώνουν τις πιο απόμερες βουνοπλαγιές, μπορεί να αφήνεται με τέτοια εγκατάλειψη στις γήινες απολαύσεις, στο φαΐ, στο κρασί, στα παιχνίδια του έρωτα και της ζωής, που φουντώνουν μόλις οι Έλληνες ξεκλέψουν λίγο χρόνο από τις δύσκολες υποχρεώσεις της καθημερινότητάς τους. (…) Και ιδού πώς συλλαμβάνει την ουσία του ηδονισμού ο Έλληνας στην απλή του εκδήλωση, εκφρασμένη σ’ ένα περιστατικό που αφηγείται ο Πάτρικ Λη Φέρμορ στο βιβλίο του για τη Μάνη. Ο Λη Φέρμορ και η γυναίκα του Τζόαν, μαζί με τον φίλο τους Ζαν Φίλντινγκ, διάλεξαν μια ταβέρνα κοντά στην Καλαμάτα και κάθισαν πλάι στη θάλασσα, σ’ ένα τραπέζι στημένο πάνω σε πλάκες από σχιστόλιθο που σου πέταγαν κατάμουτρα τη ζέστη σαν κατσαρόλα χωρίς καπάκι. Ξαφνικά αποφάσισαν να μεταφέρουν το σιδερένιο τους τραπέζι, καλοστρωμένο όπως ήταν, λίγα μέτρα πιο πέρα, μέσα στη θάλασσα. Μετέφεραν και τις καρέκλες και έκατσαν και οι τρεις εκεί με τα δροσερά νερά να τους φτάνουν ως τη μέση. Δεν ήταν οι πρώτοι μήτε οι τελευταίοι που αντιμετώπιζαν κάπως έτσι τη ζέστη σε μια ελληνική παραλία, με τη διαφορά ότι τούτοι ήταν κανονικά ντυμένοι. ‘Ομως το πραγματικά σημαντικό γεγονός συνέβη όταν ο σερβιτόρος βγήκε, είδε με εκπληξη το σημείο που είχαν αδειάσει στην προκυμαία και κατόπιν, αφού κοίταξε με μια λοξή ματιά ευχαρίστησης που την έκρυψε διακριτικά, μπήκε χωρίς να διστάσει κι αυτός στη θάλασσα, και με τη σοβαρότητα ενός μπάτλερ τούς σερβίρισε χωρίς να συμβαίνει τίποτα. Τούτη η ανεκτική στάση του σερβιτόρου τα λέει όλα: περισσότερα ακόμα και από το γεγονός ότι οι άλλοι Έλληνες θαμώνες έστελναν στους ενάλιους συνδαιτυμόνες τους κανατάκι μετά το κανατάκι τη ρετσίνα, συμμετέχοντας στην όμορφη κατάσταση, ενώ γύρω τους είχαν μαζευτεί μισή ντουζίνα βάρκες για να τους βοηθήσουν να καταναλώσουν τα κερασμένα ποτά, καθώς και ένα μαντολίνο που εμφανίστηκε μαζί με το φεγγάρι και τον Σείριο, για να τους συνοδεύσει στα τραγούδια τους.

(απόσπασμα από το βιβλίο του Βρετανού καθηγητή λογοτεχνίας και θερμού φιλέλληνα Έντμουντ Κίλι, με τον τίτλο “Αναπλάθοντας τον Παράδεισο. Το ελληνικό ταξίδι 1937-1947”, εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα 1999).

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.