Άναψε μάνα το λυχνάρι
το παραμύθι να διαβάσω
άνοιξε τη ζεστή σου αγκάλη
μέσα να μπω και να κουρνιασω.

Το πρόσωπο μου όταν κρύβω
μέσα στον κόρφο σου για λίγο
ακούω μάνα την καρδιά σου
μεθαω απ’την μυρωδιά σου.

Όταν στα χέρια σου με κλείνεις
να μην φοβάμαι στο σκοτάδι
μου λες τραγούδια για φεγγάρια
και εγώ αγγίζω τα μαλλιά σου.

Είναι τα μάτια σου όλο γλύκα
τις νύχτες σαν με νανουριζεις
κι όλος ο κόσμος στην ποδιά σου
μάνα μου είναι τα φιλιά σου.

Ένας αγώνας η ζωή σου
ροζιασαν τα γλυκά σου χέρια
ήρθανε χιόνια στα μαλλιά σου
κι ύστερα έφυγες στ’αστέρια.

Μου το’χες πει , θά έρθει μέρα
που δεν θα είσαι πια μαζί μου
και θα έχω γίνει εγώ η μάνα
να νανουριζω το παιδί μου.

Μου λείπεις πάντα και γυρεύω
μέσ’ στον καθρέφτη την μορφή σου
κι όταν μιλάω στο παιδί μου
ακούω μάνα την φωνή σου.

Ειθελα μόνο έστω για λίγο
μάνα μου να γυρίσει ο χρόνος
να είμαι μέσ’στην αγκαλιά σου
να ακούω τους χτύπους της καρδιάς σου….

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.