Σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή, η Μάνη ήταν κατοικημένη από την παλαιολιθική εποχή. Αυτό το γεγονός μαρτυράτε από το προϊστορικό σπήλαιο της “Αλεπότρυπας”, όπου και ανακαλύφθηκαν από το ζεύγος Πετροχείλου ανθρώπινα κρανία, λίθινα εργαλεία, κοσμήματα από όστρακα κ.α. Το 1970 ο Γ. Παπαθανασόπουλος, κάτω από στρώματα σταλαγμιτών του ίδιου σπηλαίου, ανακάλυψε ανθρώπινα οστά που αποδίδονται σε ανθρώπους της παλαιολιθικής περιόδου. Αξιολογότερες εγκαταστάσεις στην περιοχή χρονολογούνται στη Νεολιθική εποχή. Οι οικισμοί αυτοί διατηρήθηκαν και κατά την Εποχή του Χαλκού, με σημαντικότερους το Οίτυλο, την Καρδαμύλη και το Γύθειο. Αυτές τις ίδιες περιοχές συναντάμε και σε αναφορές του Ομήρου. Κατά τη διείσδυση των Δωριέων στην Πελοπόννησο, η Μάνη ακολούθησε την τύχη της Σπάρτης και της υπόλοιπης Λακωνικής και στους ρωμαϊκούς χρόνους συμμετείχε στο Κοινό των Ελευθερολακώνων.

Κατά τους πρώιμους αιώνες της βυζαντινής περιόδου η ευρύτερη περιοχή της Μάνης εντάχθηκε στο επαρχιακό διοικητικό σύστημα της αυτοκρατορίας. Ο Μέγας Κωνσταντίνος διατήρησε τις αρχές του νέου διοικητικού συστήματος και η Μάνη, όπως και οι υπόλοιπες περιοχές της Πελοποννήσου, υπάχθηκαν στην ευρύτερη επαρχία Αχαΐας. Μετά τον 6ο αιώνα μ.Χ., πραγματοποιείται σταδιακά η ειρηνική διείσδυση στις ορεινές κυρίως περιοχές του Ταϋγέτου νομαδικών σλαβικών φύλων, τα οποία κινήθηκαν στη νότια Πελοπόννησο, για να εξασφαλίσουν πιο ήρεμη οργάνωση του νομαδικού τους βίου. Η διείσδυση αυτή συνεχίστηκε και τον 7ο και 8ο αιώνα, χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα με τους γηγενείς, αφού η κίνηση τους συνδέθηκε με τις απομονωμένες ορεινές περιοχές και δεν ενόχλησε τους κατοίκους της γύρω περιοχής.

Η περιοχή της Μάνης απέκτησε ιδιαίτερη σπουδαιότητα, κυρίως μετά την τέταρτη σταυροφορία (1204) και την εγκατάσταση των Φράγκων στην Πελοπόννησο. Οι Φράγκοι αναγκάστηκαν να χτίσουν τρία οχυρά κάστρα σε στρατηγικά σημεία, για να ελέγχουν την περιοχή και να αποκρούουν τις επιδρομές των Μανιατών. Τα κάστρα αυτά είναι:

Κάστρο του Πασσαβά (pas avant:μην προχωρείς), στην περιοχή του Γυθείου για να ελέγχεται η στενή διάβαση από τη Μάνη για το Γύθειο

Κάστρο του Λεύκτρου στην περιοχή της Καρδαμύλης, για να ελέγχεται η δυτική παραλία και
Κάστρο της Μεγάλης Μάνης, στην περιοχή του Τηγανιού.

Μετά την ήττα του Φράγκου ηγεμόνα της Αχαΐας Γουλιέλμου Βιλεαρδουίνου στην Πελαγονία (1259), αποκαταστάθηκε η βυζαντινή κυριαρχία στην περιοχή της Μάνης. Οι Φράγκοι υποχρεώθηκαν να παραδώσουν στο Βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Ή Παλαιολόγο τα τρία περίφημα κάστρα, του Μιστρά, της Μάνης και της Μονεμβασίας, τα οποία θεμελίωσαν την οργάνωση του βυζαντινού δεσποτάτου του Μιστρά. Τα υπόλοιπα κάστρα της Μάνης καταλήφθηκαν από τους Μανιάτες και εντάχθηκαν στο δεσποτάτο του Μιστρά.
Αμέσως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους η Μάνη έγινε το επίκεντρο σημαντικών γεγονότων. Ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Β΄ στράφηκε προς την Πελοπόννησο, η κατάκτηση της οποίας θα ολοκλήρωνε την παγίωση της κυριαρχίας του στον ελληνικό χώρο. Στις 30 Μαΐου 1460 κατέλαβε το Μιστρά. Αυτή θα ήταν και η αφετηρία της νέας ιστορικής πορείας της Μάνης. Στη διάρκεια των Βενετοτουρκικών πολέμων(1463,1571-1573,1645-1669) οι Μανιάτες δεν έπαψαν να επαναστατούν και να αγωνίζονται εναντίον των Τούρκων επιδιώκοντας τη σύμπραξη των Βενετών, η βοήθεια των οποίων ήταν συνήθως από πενιχρή έως ανύπαρκτη.

Ο Θ. Ορλώφ έφτασε στις 17 Φεβρουαρίου 1770 στο Οίτυλο και από εκεί έστειλε επιστολές προς όλους τους καπεταναίους της Μάνης. Λίγο αργότερα, στις 28 Φεβρουαρίου 1770 φτάσανε στο Λιμένι τα ρωσικά πλοία. Όταν τα αντίκρισαν οι Μανιάτες κατάλαβαν ότι η εξέγερση θα οδηγούσε σε καταστροφή. Επιπλέον, από τα γράμματα του Ορλώφ φαίνεται ότι οι Μανιάτες αντελήφθησαν πως οι ρωσικές δυνάμεις ήταν ποσοτικά ελάχιστες και ποιοτικά ανεπαρκέστατες και άρχισαν να διαμαρτύρονται προς αυτούς, που τους ενέπλεξαν σε αγώνα, του οποίου το τέλος προβλεπόταν πολύ δυσάρεστο. Οι Τούρκοι είχαν αντιληφθεί τις κινήσεις των Πελοποννησίων και όταν έμαθαν ότι οι Ρώσοι φτάσανε με πλοία στη Μάνη, ετοιμάστηκαν για δράση. Οι Μανιάτες αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να αναλάβουν για μια ακόμη φορά πολεμική δράση. Βρέθηκαν προ τετελεσμένων σχεδόν γεγονότων και βλέποντας τον κίνδυνο που διέτρεχε η Πελοπόννησος ετοιμάσθηκαν για δράση. Η Καλαμάτα κατελήφθη χωρίς δυσκολία. Μετά την κατάληψη της Καλαμάτας οι Μανιάτες στράφηκαν προς τα κάστρα της Μεθώνης και της Κορώνης, αλλά δεν κατάφεραν να τα καταλάβουν. Η αποτυχία οδήγησε σε διενέξεις Ρώσων και Μανιατών. Αργότερα, ξεχύθηκαν στην Πελοπόννησο χιλιάδες Τουρκαλβανοί. Οι Μανιάτες έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να συγκρατήσουν τον ορμητικό στρατό τους, για να δώσουν στον κόσμο την ευκαιρία να διαφύγουν στα πλοία των Ρώσων ή οπουδήποτε αλλού. Οι Τουρκαλβανοί κατάφεραν να γίνουν κύριοι της Πελοποννήσου και παράλληλα άρχισαν τις σφαγές και τις λεηλασίες.

Σημαντική επιτυχία των Τούρκων πραγματοποιείται το 1776. Τότε χωρίζεται η Μάνη από την Πελοπόννησο και υπάγεται στη δικαιοδοσία του Καπετάν-πασά, δηλαδή του αρχηγού της ναυτικής δύναμης. Οι Τούρκοι ανακήρυξαν τη Μάνη σε ηγεμονία υπό ντόπιο ηγεμόνα, τον Μανιάτμπεη. Οι υποχρεώσεις του περιελάμβαναν την αποτροπή της παραμονής στη Μάνη εκείνων που καταδιώκονται από τους Τούρκους αλλά και η απαγόρευση στους Μανιάτες να μην κάνουν πειρατείες. Επιπλέον, ήταν υπεύθυνος για τη συγκέντρωση του φόρου που έπρεπε να καταβάλλεται στους Τούρκους. Αν δέχονταν οι Μανιάτες τη συμφωνία, δεν θα έμπαιναν Τούρκοι στη Μάνη. Ο Μπέης μαζί με τους καπεταναίους θα κυβερνούσαν τη χώρα και απλά οι Τούρκοι θα παρακολουθούσαν την τήρηση της συμφωνίας. Έτσι και αποφασίστηκε και η Μάνη ποτέ δεν υποτάχθηκε αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία της και την αυτόνομη διοίκηση της.
Ο Κολοκοτρώνης, ο Αναγνωστόπουλος-Νικηταράς, ο Παπαφλέσσας και πολλοί άλλοι καπεταναίοι του Μοριά και εκπρόσωποι της Φιλικής Εταιρείας είχαν αρχίσει από τον Ιανουάριο του 1821 τις επισκέψεις στο Λιμένι και τις διαβουλεύσεις με τους Μανιάτες καπεταναίους και τον ηγεμόνα της Μάνης, Πέτρο Μαυρομιχάλη. Οι ισχυρές αυτές προσωπικότητες περίμεναν την επίσημη έναρξη του πολέμου κατά των Τούρκων από τη Μάνη, που διέθετε ικανούς οπλαρχηγούς και αξιόμαχους πολεμιστές. Η σωτηρία και η ελευθερία του γένους ήταν πάντα ο προορισμός των ελεύθερων κατοίκων της Μάνης. Έτσι, το άγονο έδαφος της Μάνης έγινε τόπος συγκέντρωσης Φιλικών και αγωνιστών αλλά και προετοιμασίας του στρατού. Η 17η Μαρτίου ήταν η ημέρα κήρυξης του πολέμου των Μανιατών εναντίον των Τούρκων, αλλά και για τους άλλους Έλληνες ήταν η πραγματική έναρξη της Επανάστασης. Η επίσημη δοξολογία για την έναρξη του πολέμου, έγινε στην εκκλησία των Ταξιαρχών της Αρεόπολης, που οι Μανιάτες σύσσωμοι κήρυξαν τον πόλεμο στους Τούρκους για να ελευθερώσουν την υπόδουλη πατρίδα. Στις 23 Μαρτίου η πρώτη πόλη που ελευθερώνεται είναι η Καλαμάτα, κι αυτό μάλιστα χωρίς αιματοχυσία. Ύστερα από όλα αυτά λοιπόν, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Μάνη, αφού μπόρεσε να σταθεί όρθια και αδούλωτη, μπόρεσε ταυτόχρονα να συντηρήσει και το αγωνιστικό φρόνημα που είχε μοναδικό σκοπό την ελευθερία. Αυτό το αγωνιστικό πνεύμα, συνέχιζε να υπάρχει μέσα από τις μικρές επαναστάσεις και τους συνεχείς αγώνες κατά των Τούρκων. Αποτέλεσε το προσάναμμα για τη μεγάλη του Γένους Επανάσταση, που ο Κολοκοτρώνης τη φούντωσε με τη βοήθεια των Μανιατών.

Το όνομα “Μάνη”
Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας Μάνη.
Μια από τις αιτιολογίες της ονομασίας σχετίζεται με το χτίσιμο του κάστρου της Μαϊνης, το οποίο αποτέλεσε αφορμή για την ονομασία της ευρύτερης περιοχής. Αυτή η περίπτωση υποστηρίζεται και από την ονομασία brazzo di Maina (βραχίονας της Μάνης), την οποία είχαν καθιερώσει οι Βενετοί ναυτικοί. Άλλες θεωρίες αναφέρουν:
Τη ναυτική λέξη Μάϊνα, που σημαίνει το μάζεμα των πανιών, πράγμα που ήταν αναγκασμένοι να κάνουν οι ναυτικοί λόγω των ισχυρών ανέμων που πνέουν στην περιοχή
Τη λατινική λέξη manes, που δηλώνει τις ψυχές των νεκρών, λόγω της ύπαρξης της πύλης του Άδη
Τη λέξη μανία, που δηλώνει την πολεμική μανία των κατοίκων.

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.